Θ3 Δημόσιες προμήθειες τροφίμων/ Public Food Procurement
Οι δημόσιες προμήθειες τροφίμων αφορούν την τροφοδοσία οργανισμών του δημοσίου και της τοπικής αυτοδιοίκησης, όπως νοσοκομεία, βρεφονηπιακοί σταθμοί και σχολεία, στρατός, φυλακές, συσσίτια και κοινωνικά παντοπωλεία κοκ., μέσα από συγκεκριμένες διαδικασίες και τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται θεσμικά. Σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, η δημόσια προμήθεια τροφίμων μπορεί να αποτελέσει κλειδί για τον σχεδιασμό βιώσιμων συστημάτων τροφίμου μέσω της εξασφάλισης σταθερών αγορών (σχολεία, νοσοκομεία, δημόσιες καντίνες, κ.ά.) για τους τοπικούς παραγωγούς και μικροκαλλιεργητές που θα ακολουθούν τις προβλεπόμενες ορθές πρακτικές. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα συμβάλλουν αφενός, στην υποστήριξη της τοπικής οικογενειακής γεωργίας, στη διατήρηση και τη βιώσιμη χρήση της αγροβιοποικιλότητας και τη διατροφική κυριαρχία και αφετέρου, στη βελτίωση της διατροφής και της υγείας των παιδιών (σχολικά γεύματα), των ευάλωτων ομάδων (νοσοκομεία, γηροκομεία) και των κοινοτήτων γενικότερα.
Πιο συγκεκριμένα, ο σχεδιασμός βιώσιμων δημόσιων προμηθειών μπορούν να λειτουργήσουν καταλυτικά στον μετασχηματισμό των συστημάτων τροφίμων επηρεάζοντας τόσο τις μεθόδους παραγωγής όσο και τα πρότυπα κατανάλωσης τροφίμων, προσφέροντας έτσι πολλαπλά κοινωνικά, οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη μέσω των βιώσιμων συστημάτων τροφίμων αλλά και της υγιεινής διατροφής. Όπως υποστηρίζει ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO), οι βιώσιμες δημόσιες συμβάσεις αποτελούν βασικό εργαλείο για την επίτευξη των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης και εντάσσονται στις συλλογικές προσπάθειες και τις πολυτομεακές προσεγγίσεις της Ατζέντας των Ηνωμένων Εθνών 2030 για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη.
Τα Συμβούλια Διατροφικής Πολιτικής των Δήμων σε αρκετές χώρες της Ευρώπης (π.χ. Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία, Δανία, Σουηδία, Φινλανδία), της Βόρειας και της Λατινικής Αμερικής (π.χ. Η.Π.Α., Καναδάς, Βραζιλία) αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα σχεδιασμού βιώσιμων τοπικών συστημάτων τροφίμου (ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τα σχολικά γεύματα με βάση τοπικές, εποχικές και βιολογικές πρώτες ύλες) και πολιτικής αγροδιατροφικής κυριαρχίας σε περιφερειακή και εθνική κλίμακα.